Ιταλία. Νάπολη. “Grazie, Giorgio, grazie grazie grazie”.
3 φράσεις που μου έμειναν από το ταξίδι μου, στην Ιταλία. Ένα ταξίδι που είχε τα πάνω του (νόστιμο φαγητό, απίστευτα τοπία και καταπληκτική τέχνη) αλλά και τα κάτω του (έχασα το τηλέφωνό μου την πρώτη μου μέρα εκεί)
Στο hostel που έμεινα, έμαθα πολλά πράγματα. Πήρα πολλά μαθήματα.
Οι φιλίες δεν εξαγοράζονται, οι κλήσεις εξωτερικού χρεώνονται, οι Άγγλοι/Γερμανοί δεν είναι ψυχροί άνθρωποι και πολλά πολλά ακόμα, που με τον καιρό θα τα γράψω κι εδώ.
Αυτό που πραγματικά μου έμεινε,, είναι οι τελευταίες φράσεις του hostel administrator: “Grazie Giorgio, grazie grazie grazie”, δηλαδή “Ευχαριστώ Γιώργο, ευχαριστώ ευχαριστώ ευχαριστώ”.
Δεν έχει κάποιο νόημα να πω γιατί. Ο,τι έγινε εκείνο το τριήμερο, θα μείνει μεταξύ μας. Σφραγισμένο. Όπως το κινητό που έχασα. Όπως η γεμάτη ανησυχία φράση του αστυνομικού, “Τι έπαθες παιδί μου;” Αυτά είναι πράγματα που δε μεταδίδονται. Ούτε καν με το γράψιμο. Χρειάζεται να ανοίξεις την καρδιά σου για να τα αντιληφθείς.
Αυτό που θέλω να σου μεταδώσω σήμερα, μέσα από αυτό το άναρχο τρόπο γραφής, (αφού και όλο αυτό ήταν στην ουσία ένα άναρχο εγχείρημα προς την ελευθερία), είναι ότι η καλοσύνη είναι το μεγαλύτερο αγαθό που μπορείς να δώσεις. Και να πάρεις. Αν έχεις δίλημμα στο να είσαι καλός ή όχι, κλείσε τα μάτια και αγάπησε τον εαυτό σου λίγο παρά πάνω. Μετά κάνε ξανά την ίδια ερώτηση. Κι όσο απαντάς “Μα..” ή οτιδήποτε άλλο πέρα από το “Θα είμαι”, αγκάλιασε τον εαυτό σου και πες “Με αγαπάω”.
Γιατί από εκείνο το ταξίδι, πέρα από τα souvenir που πήρα και έδωσα, κρατάω την αγάπη. Την καλοσύνη. Αυτό που με τίποτα στον κόσμο, σε καμία φυλακή ή κόλαση δε θα μπορέσουν ποτέ να μας πάρουν.
Την αγάπη.