Στο βιβλίο που διαβάζω για τον ισπανικό εμφύλιο, η 16χρονη έφηβη κόρη, αποφασίζει να αφοσιωθεί πλήρως στο τσιγκανικο χώρο φλαμεγκο. Αυτό το χορό, τον αγαπάει από την παιδική της ηλικία. Μάλιστα, έχει συνειδητοποιήσει ότι δε μπορεί να ζήσει χωρίς αυτόν, οτιδήποτε και αν της συμβεί.
Αλήθεια, πόσοι από εμάς έχουμε φτάσει σε ένα τέτοιο επίπεδο συνειδητοποίησης; Πόσοι από εμάς ξέρουμε με τι θέλουμε να ασχοληθούμε; Ποιος είναι ο σκοπός μας; Το πάθος μας; Το ντάρμα ή ο σκοπός της ζωής μας;
Περιεργάσου λίγο, πως τα μαθήματα περί τέχνης στα σχολεία είναι είδος προς εξαφάνισης. Δίνεται μεγάλη βάση στα αρχαία ή τα λατινικά. Σκέψου ότι ακόμα και αν η τέχνη δεν είναι αντικείμενο πάθους για πολλά παιδιά, λογοκρίνεται και σιγοταρίζεται.
Πόσοι απο εμάς, όμως;
Η μικρή νεαρή κοπέλα, αποφάσισε ότι η ζωή της είναι ο χορός. Μα πόσοι από εμάς θα είχαμε το θάρρος να πούμε ότι η ζωή μας είναι το Χ ή το ψ; Πόσοι από εμάς, σιωπουμε όταν μας ρωτάνε τι θέλουμε να κάνουμε, γιατί φοβόμαστε την άποψή της κοινωνίας;
Έχω συνειδητοποιήσει, ότι το γράψιμο με βοηθάει πολύ. Τόσο στο να εκφραστώ, όσο και στο να σκεφτώ και να βοηθήσω τους άλλους. Είναι το οξυγόνο μου, η σανίδα σωτηρίας μου και ο τρόπος να ξεφεύγω από την πραγματικότητα, όταν αυτό χρειάζεται.
Με το γράψιμο μπορώ να νιώσω ο εαυτός μου. Μπορώ να προσδιορίσω το τι θέλω να αφήσω πίσω μου, και τι θέλω να πάρω μαζί μου. Θέλω να εξηγήσω γιατί αγαπώ τη λογοτεχνία και τις τέχνες. Ακόμα και αν δε γνωρίζω την θεωρία της ζωγραφικής ή του θεάτρου. Μπορώ να εξηγήσω γιατί πηγαίνω μόνος σε καφέ, και διαβάζω ή γράφω εκεί. Φυσικά, πίνοντας ένα ωραίο ρόφημα ή απολαμβάνοντας έναν ποιοτικό καφέ.
Δυστυχώς, άτομα σαν εμένα σπανίζουν. Το λέω αυτό χωρίς να θέλω να δειχθω ή να πάρω κάποιο ρόλο ανωτερότητας. Το λέω αυτό, γιατί οι άνθρωποι φοβούνται.
Γιατί όμως; Γιατί το να κάνεις αυτό που αγαπάς είναι παράλογο και συχνά δεν έχει συντροφιά;